Υπάρχει κοινός άξονας στα δύο έργα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο αυτό: ένα περίπου ρεαλιστικό πλαίσιο, που γρήγορα μετατρέπεται σε σχόλιο της κοινωνίας στα τέλη του 19ου αιώνα. Είναι μια συνομιλία του ονείρου με τον εφιάλτη, που σαρκάζει την ίδια την πλοκή των έργων, απογυμνώνει τους χαρακτήρες τους και με την ηθελημένη μελοδραματική έξαρσή τους μας οδηγεί σ' ένα δυσδιάκριτο μεν, αληθινό δε όριο: το σύνορο μεταξύ τραγωδίας και παρωδίας. Στον χώρο όπου διαδραματίζονται αυτά τα δύο έργα λιγοστεύει το φως και αρχίζει να κυριαρχεί το σκοτάδι, όμως κάθε τόσο οι ήρωές τους φωτίζονται από ριπές αλήθειας, θυμίζοντάς μας τη μεταγενέστερη ρήση του Τεννεσσή Ουίλλιαμς στον Γυάλινο Κόσμο: "Τώρα που ο κόσμος φωτίζεται από αστραπές".