Οι αδελφοί Γιάκομπ (Jacob Ludwig Carl Grimm) και Βίλχελμ Καρλ Γκριμ (Wilhelm Carl Grimm) ήταν δύο ιδιαίτερα δημοφιλείς συλλέκτες παραδοσιακών παραμυθιών που γεννήθηκαν στις 4 Ιανουαρίου του 1785 και στις 24 Φεβρουαρίου του 1786 αντίστοιχα στο Χάναου της Γερμανίας.
Οι γονείς τους Φίλιπ Βίλχελμ (Philip Wilhelm Grimm) και Δωροθέα (Dorothea Zimmer), είχαν συνολικά εννέα παιδιά, από τα οποία τα τρία απεβίωσαν όταν ήταν ακόμα βρέφη. Όταν ο Γιάκομπ, που ήταν και ο μεγαλύτερος εν ζωή γιος, ήταν ένδεκα ετών, ο πατέρας τους πέθανε.
Τελείωσαν το Γυμνάσιο στο Κάσσελ και μετά σπούδασαν νομικά στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ. Αφού εργάστηκαν ένα διάστημα ως βιβλιοθηκάριοι στο Κάσσελ προσελήφθησαν ως καθηγητές στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, ο Γιάκομπ το 1830 και ο αδελφός του πέντε χρόνια αργότερα. Όμως το 1837 απολύθηκαν επειδή διαμαρτυρήθηκαν μαζί με άλλους πέντε συναδέλφους τους κατά του βασιλιά Ερνέστου Αυγούστου Α΄, για την απόφασή του να καταργήσει το φιλελεύθερο σύνταγμα του βασιλείου του Ανόβερου. Η ομάδα των επτά, αυτών διαδηλωτών έγινε γνωστή ως "οι επτά του Γκέτινγκεν" (Göttinger Sieben).
Ο Γιάκομπ Γκριμ δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά ο Βίλχελμ παντρεύτηκε την Henriette Dorothea Wild, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά. Ο Βίλχελμ Καρλ Γκριμ πέθανε στις 16 Δεκεμβρίου του 1859, ενώ ο αδελφός του Γιάκομπ στις 20 Σεπτεμβρίου του 1863 στο Βερολίνο. Και οι δύο είναι θαμμένοι στο κοιμητήριο του Αγίου Ματθαίου στο Βερολίνο.
Οι Γκριμ ήταν συγγραφείς και συλλέκτες παραδοσιακών παραμυθιών, στα οποία ο Βίλχελμ Καρλ Γκριμ έδωσε λογοτεχνική μορφή και τα προσάρμοσε για παιδιά. Άρχισαν να συλλέγουν παραμύθια γύρω στο 1807, μια περίοδο που υπήρχε έντονο ενδιαφέρον για παρόμοια έργα, καθώς μεταξύ του 1805 και του 1809 οι Λούντβιχ Άχιμ φον Άρνιμ και Κλέμενς Μπρεντάνο (Clemens Brentano) είχαν κυκλοφορήσει μία συλλογή με παραδοσιακά ποιήματα ("Des Knaben Wunderhorn"), ενώ περίπου έναν αιώνα πριν ο Γάλλος Σαρλ Περώ είχε εκδώσει και αυτός μια συλλογή με παραμύθια ("Contes de ma mere l’ oye", 1697).
Τον πρώτο τόμο παραμυθιών τον εξέδωσαν το 1812. Ο τόμος, υπό το όνομα "Kinder - und Hausmärchen" ("Παιδικά και Οικογενειακά Παραμύθια"), περιείχε 86 ιστορίες. Ακολούθησαν άλλες 70 ιστορίες σε ένα δεύτερο τόμο, που εκδόθηκε το 1814. Μέχρι το 1857 επτά εκδόσεις των παραμυθιών είχαν εκδοθεί και περιείχαν συνολικά 211 παραμύθια. Ανάμεσα σε αυτά υπάρχουν γνωστά παραμύθια όπως η Κοκκινοσκουφίτσα, Η Χιονάτη και οι Επτά Νάνοι, Ο Βασιλιάς Βάτραχος, Κουτσοκαλιγέρης, Χάνσελ και Γκρέτελ, Ραπουνζέλ, Ο γενναίος ραφτάκος, Η Ωραία Κοιμωμένη, Σταχτοπούτα, Ο λύκος και τα εφτά κατσικάκια, Αδελφός και Αδελφή και άλλα. Πίστευαν πως τα παραμύθια είχαν κοινή ρίζα και μετακινούνταν μαζί με τα ινδοευρωπαϊκά φύλα (ινδοευρωπαϊκή ή μονογενετική θεωρία), κάτι που περιέγραφαν στην εισαγωγή του έργου τους. Ακόμα, επέλεξαν 50 από αυτά και δημιούργησαν μία έκδοση αποκλειστικά για παιδιά με το όνομα "Kleine Ausgabe" ("Μικρή έκδοση").
Μεταξύ του 1816 και του 1818 εξέδωσαν δύο τόμους με γερμανικούς θρύλους με τίτλο "Deutsche Sagen" ("Γερμανικοί μύθοι"), που περιείχε 585 ιστορίες γραμμένες με χρονολογική σειρά. Ακόμα, κυκλοφόρησαν μία έκδοση με ιρλανδικές ιστορίες σχετικές με ξωτικά ("Irische Elfenmärchen") το 1826, η οποία αποτελούσε μετάφραση και σχολιασμό μέρους του έργου "Fairy Legends and Traditions of the South of Ireland" του Ιρλανδού Τόμας Κρόφτον Κρόκερ, καθώς και μία έκδοση με τον τίτλο "Deutsche Mythologie" ("Γερμανική Μυθολογία") το 1835.Τα παραμύθια ήταν πάρα πολύ όμορφα και παίχτηκαν σε πολλά θέατρα.